Η ιστορία της Στοάς
Η ονοματοθεσία της νέας Στοάς στην Ρόδο υπήρξε πηγή έντονου προβληματισμού για τους αδελφούς, οι οποίοι αιτήθηκαν την ίδρυση της. Η Ρόδος είχε από αρχαιοτάτων χρόνων μία ιδιαίτερα πλούσια φιλοσοφική αλλά και επιστημονική παράδοση και ως εκ τούτου δεν ήταν εύκολη η επιλογή του ονόματος εκείνου, το οποίο θα κοσμούσε τη νέα Στοά. Επικρατέστεροι υποψήφιοι ήταν ο Εύδημος ο Ρόδιος (δεύτερο ήμισυ του 4ου αιώνα π.Χ.), ο πρώτος ιστορικός των μαθηματικών (διακεκριμένος μαθητής του Αριστοτέλους, ο οποίος τον περιέβαλλε με μεγάλη εκτίμηση. Λέγεται ότι ο μεγάλος φιλόσοφος βρέθηκε για αρκετό καιρό σε δίλημμα, σχετικά με το πρόβλημα της διαδοχής του στο Λύκειο διότι είχε δυσκολία να επιλέξει μεταξύ του Θεοφράστου και του Ευδήμου, λόγω των πολλαπλών προσόντων τους.
Τελικά επέλεξε τον Θεόφραστο, χωρίς φυσικά αυτή του η επιλογή να υποτιμά το έργο του Ευδήμου. Ο Εύδημος υπήρξε πολυγραφότατος. Έγραψε έργα στην ιστορία των επιστημών, καθώς και στις θετικές και θεωρητικές επιστήμες), ο Ποσειδώνιος ο Ρόδιος, πολυμαθής στωικός φιλόσοφος, αστρονόμος, γεωγράφος, πολιτικός, και ιστορικός τον οποίο θεωρούσαν ως τον πολυμαθέστερο άνθρωπο του κόσμου για την εποχή του και ιδρυτής της Ποσειδώνιας Σχολής, στην οποία πιθανολογείται ότι κατασκευάστηκε ο μηχανισμός των Αντικυθήρων (ο Κικέρων, ο οποίος επισκέφτηκε το νησί το 79/78 π.Χ., αναφέρει την κατασκευή παρόμοιας συσκευής από τον Ποσειδώνιο) και τέλος ο Απολλώνιος ο Ρόδιος.
Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος γεννήθηκε περίπου το 295-290 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια και πέθανε εκεί το 215 π.Χ., έμεινε δε γνωστός με την προσωνυμία Ρόδιος, λόγω της μακρόχρονης παραμονής του στην Ρόδο, μετά από σύγκρουση με τον Καλλίμαχο, τότε διευθυντή της μεγάλης Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας στην οποία ήταν βιβλιοθηκάριος. Στην Ρόδο ίσως έγινε επίτιμος πολίτης και ίσως έδωσε την τελική μορφή στο έπος του «Αργοναυτικά», όπου περιγράφει την μυθική Αργοναυτική Εκστρατεία σε τέσσερα βιβλία και 5.835 εξάμετρους στίχους. Υπήρξε βιβλιοθηκάριος γραμματικός και επικός ποιητής.
Ο παραλληλισμός του τεκτονικού ταξιδίου με αυτό της Αργοναυτικής Εκστρατείας, της τόσο συμβολικά ταιριαστής με την Τέχνη την οποία υπηρετούμε, ήταν το στοιχείο το οποίο οδήγησε στην επιλογή του ονόματος του Απολλώνιου του Ροδίου, ως ονοματοδότη της Στοάς μας
Η Στοά Απολλώνιος ο Ρόδιος ιδρύθηκε από 6 αδελφούς, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια εργάζονταν στην Στοά «Κάμειρος υπ. Αριθμ. 28» υπό την σκέπη της Εθνικής Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος και η οποία ανέστειλε τις εργασίες της το 2004. Οι αδελφοί, οι οποίοι αιτήθηκαν την ίδρυση της νέας Στοάς εργάστηκαν επί διετία σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα, όπως της μεταξύ τους στήριξης για την αναγκαιότητα της επαναλειτουργίας Στοάς και υπηρεσίας της Τεκτονικής υπό την ΕΜΣΤΕ με τα συγκεκριμένα Συντάγματα και Τυπικά. Της σθεναρής υποστήριξης του αιτήματός τους προς τους ηγήτορες της ΕΜΣΤΕ ώστε να πείσουν για την σοβαρότητα και αναγκαιότητα του αιτήματός των, με αποτέλεσμα την ουσιαστική ηθική και υλική στήριξή των από το σύνολο της ηγεσίας της ΕΜΣΤΕ και την έκδοση διατάγματος Αδείας Λειτουργίας νέας Στοάς.
Επίσης, εκτός αυτών, για τη διαμόρφωση του χώρου, ο οποίος έλαβε την μορφή του αποκλειστικά με την προσωπική εργασία των αδελφών, και ταυτόχρονα μελέτη δια την σωστή τήρηση των Τυπικών και την εμπέδωση του Τεκτονικού πνεύματος και της Τεκτονικής εργασίας. Η εγκαθίδρυση της Στοάς έλαβε χώρα πανηγυρικά την 1ην Απριλίου του 2006 υπό την ηγεσία του Σεβασμιωτάτου & φίλτατου αδελφού ΕΡΜΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ως Μεγάλου Διδασκάλου της ΕΜΣΤΕ, ενώ πρώτος Σεβάσμιος Διδάσκαλος ανέλαβε ο αδ. Ν.Σ., ο οποίος επανεξελέγη διαδοχικά τα επόμενα δύο έτη.
Εν συνεχεία στις 10 Οκτωβρίου του 2008 έλαβε χώρα η εγκαθίδρυσις του Περιστυλίου των Τεκτόνων της Ιεράς Βασιλικής Αψίδος «Απολλώνιος ο Ρόδιος» Νο 80, υπό την σκέπην του Υπάτου Μεγάλου Περιστυλίου των Τεκτόνων της Βασιλικής Αψίδος της Ελλάδος, και υπό τον 1ο Μεγάλο Άρχοντα Σεβασμιώτατο φίλτατο Εταίρο Δημήτριο Κοντέση. Ακολούθως την 21ην Νοεμβρίου 2009 πραγματοποιήθηκε η εγκαθίδρυσις, του πρώτου Διοικητηρίου – Κοινοβίου Ιπποτών του Ναού και της Μάλτας μετά από 700 ακριβώς χρόνια από την έλευσή τους στο νησί, εις το Τεκτονικό Μέγαρο Ρόδου με την ονομασία «Παναγία η Φιλέρημος» υπ. Αριθ 18, υπό τον Μέγα Μάγιστρο του Μεγάλου Σκηνώματος της Ελλάδος Σεβασμιώτατο Ιππότη Γουλιέλμο-Ευμένιο Καλούδη, GCT και τον ΜΕξ, ΠνΣβ & ΠΚρ Ιππότη Ανδρέα Σπυρόπουλο, GCT καθώς και πλειάδας Μεγάλων Αξιωματικών.
Η εικόνα της Παναγίας της Φιλέρημου, καταλαμβάνει το ένα τέταρτο του Λαβάρου ως και του οικοσήμου του Διοικητηρίου, θεωρείται ως ένα από τα πλέον σημαντικά χριστιανικά κειμήλια.